Η Ferrari είχε προσφύγει στη FIA, κάνοντας αίτημα για επανεξέταση της ποινής 5 δλ. που δέχθηκε ο Carlos Sainz έπειτα από την επανεκκίνηση δύο γύρους πριν από την καρό σημαία του GP Αυστραλίας, για την επαφή που προκάλεσε με τον Fernando Alonso. H ποινή αυτή έριξε τον Ισπανό οδηγό της Ferrari από την 4η στη 12η θέση.
Σύμφωνα με τη διαδικασία της FIA, για να επανεξεταστεί η ποινή, η Ferrari θα έπρεπε να αποδείξει ότι είχε προσκομίσει καινούργια σχετικά στοιχεία για το θέμα, που δεν ήταν διαθέσιμα όταν οι αγωνοδίκες έλαβαν την απόφασή τους. Τελικά, οι αγωνοδίκες αποφάσισαν ότι η Ferrari δεν είχε τέτοια στοιχεία.
H Ferrari παρουσίασε στους αγωνοδίκες τα δεδομένα από την τηλεμετρία του μονοθεσίου του Sainz και τη μαρτυρία του οδηγού, του οποίου η γνώμη δεν είχε ληφθεί υπόψη για τη διαμόρφωση της αρχικής απόφασης, καθώς και δηλώσεις από τις συνεντεύξεις των οδηγών μετά από τον αγώνα, συμπεριλαμβανομένης αυτής του Fernando Alonso, που χαρακτήρισε την ποινή τους συμπατριώτη του πολύ αυστηρή.
Στην αρχική απόφασή τους, οι αγωνοδίκες αποφάνθηκαν ότι ο Sainz έφερε πλήρη ευθύνη για τη σύγκρουση, καθώς ο Alonso είχε αφήσει άπλετο χώρο στην εσωτερική της πρώτης στροφής. Ο Sainz ισχυρίστηκε ότι φρέναρε πιο δυνατά, αλλά δεν κατάφερε να επιβραδύνει το μονοθέσιο λόγω κρύων ελαστικών, επειδή ο γύρος σχηματισμού ήταν πολύ αργός. Ωστόσο, οι αγωνοδίκες ανέφεραν ότι επαφίεται στον οδηγό να προσαρμόζονται στις συνθήκες της πίστας ανά πάσα στιγμή.
H Ferrari ισχυρίστηκε ότι τα δεδομένα που παρουσίασε είχαν χρησιμοποιηθεί στην -ανεπιτυχή- προσπάθεια της Force India να ανατρέψει την ποινή 5 θέσεων στη σειρά εκκίνησης του GP Αυστρίας του 2014 που είχε δεχθεί ο Sergio Perez για τη σύγκρουσή του με τον Felipe Massa στον τελευταίο γύρο του GP Καναδά εκείνης της χρονιάς. Ωστόσο, οι αγωνοδίκες έκριναν ότι το συμβάν της Αυστραλίας ήταν πολύ διαφορετικό.
Οι αγωνοδίκες υποστήριξαν ότι συνήθως ενθαρρύνεται η ταχεία λήψη αποφάσεων, χωρίς τις μαρτυρίες των εμπλεκόμενων οδηγών, όταν η αιτία της σύγκρουσης είναι σαφής, ώστε να επιβληθούν ποινές το συντομότερο δυνατόν. Σε ανακοίνωσή της, η Ferrari ανέφερε ότι είναι απογοητευμένη, καθώς θεωρεί ότι είχε παράσχει «αρκετά σημαντικά νέα στοιχεία ώστε η FIA να επανεξετάσει την απόφαση , ιδίως στο πλαίσιο των ιδιαίτερων συνθηκών και των πολλαπλών περιστατικών που συνέβησαν κατά την τελική επανεκκίνηση».
«Ωστόσο, σεβόμαστε τη διαδικασία και την απόφαση της FIA. Προσβλέπουμε τώρα στην έναρξη ευρύτερων συζητήσεων με τη FIA, την F1 και όλες τις ομάδες, με στόχο την περαιτέρω βελτίωση της αστυνόμευσης του αθλήματός μας, προκειμένου να διασφαλιστεί το υψηλότερο επίπεδο δικαιοσύνης και συνέπειας που αξίζει στο άθλημά μας».