Οι Mercedes-Benz C 300 & C 300 d δια χειρός Brabus

Ο γερμανικός οίκος καταπιάνεται με τις «απλές» εκδόσεις της νέας C-Class προσφέροντας μια ενισχυμένα σπορ εμπειρία -εν αναμονή των AMG εκδόσεων

Οι Mercedes-Benz C 300 & C 300 d δια χειρός Brabus

Ο γερμανικός οίκος καταπιάνεται με τις «απλές» εκδόσεις της νέας C-Class προσφέροντας μια ενισχυμένα σπορ εμπειρία -εν αναμονή των AMG εκδόσεων

Η Brabus παρουσίασε την πρώτη C-Class με την σφραγίδα της το μάλλον μακρινό 1988, εγκαινιάζοντας μάλιστα την ενασχόλησή της με τα sedan με εκείνη την C 3.6.

Aπό τότε το ενδιαφέρον της Brabus στο διαχρονικό best-seller της γερμανικής φίρμας έχει παραμείνει αμείωτο και η νέα γενιά της C-Class δεν θα μπορούσε να αποτελέσει να εξαίρεση.

Βέβαια στην προκειμένη περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με μια βελτιωμένη εκδοχή  AMG έκδοσης που αποτελούν μια από τις αγαπημένες ενασχολήσεις της Brabus με αποκορύφωμα την Brabus Bullit Coupe 800 του 2012, ισχύος 800 ίππων από twin-turbo V12 κινητήρα, αλλά με τις απλές εκδόσεις του μοντέλου.

Εν προκειμένω πρόκειται για τις C 300 και C 300 d στις τετράθυρες και τις πρακτικότερες station wagon παραλλαγές τους.

Η φροντίδα της Brabus στην εξωτερική τους εμφάνιση εκτός από τα χαρακτηριστικά σήματα έγκειται στην προσθήκη πτερυγίων στα άκρα του μπροστινού προφυλακτήρα, στα ανασχεδιασμένα κατώτερα πλευρικά τμήματα και στην παρουσία ενός spoiler στην κορυφή του πορτ μπαγκάζ, στοιχεία που, σύμφωνα με τον γερμανικό οίκο, συμβάλλουν στην καλύτερη διαχείριση της ροής αέρα και στην εξασφάλιση μεγαλύτερης δυναμικής ευστάθειας.

Στις αλλαγές συγκαταλέγονται επίσης τα νέου σχεδιασμού φώτα ομίχλης LED, οι απολήξεις της εξάτμισης με φινίρισμα από μαύρο χρώμιο και φυσικά οι νέοι τροχοί Signature Black.

Την βενζινοκίνητη Β30 εφοδιάζει μια βελτιωμένη εκδοχή του τετρακύλινδρου δίλιτρου κινητήρα η οποία πλέον αποδίδει 300 ίππους και 450 Nm ροπής (+42 PS και +50 Nm σε σχέση με την μέχρι σήμερα γνωστή C 300). Ως αποτέλεσμα ο χρόνος επιτάχυνσης της έκδοσης μειώνεται κατά 2/10 του δευτερόλεπτου σε 5,8 δευτερόλεπτα για την εθιμοτυπική διαδικασία των «0-100». Η μέγιστη ταχύτητα παραμένει αμετάβλητη σε 250 χλμ./ώρα.

Αντιστοίχως στην περίπτωση της πετρελαιοκίνητης D 30 η ισχύς του δίλιτρου diesel μοτέρ αυξάνεται σε 310 ίππους και 600 Nm ροπής. Το πλεονέκτημα και σε αυτή την περίπτωση συνοψίζεται σε 2/10 του δευτερόλεπτου ταχύτερο χρόνο στην επιτάχυνση των 0-100 χλμ./ώρα ο οποίος στην περίπτωση της diesel έκδοσης διαμορφώνεται σε 5,6 δευτερόλεπτα.

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις η ισχύς μεταδίδεται και στους τέσσερις τροχούς με την συνδρομή του αυτόματου κιβωτίου των εννέα σχέσεων, ωστόσο ως συνήθως οι βελτιώσεις της Brabus δεν σταματούν στον κινητήρα καθώς, σε αυτές περιλαμβάνεται και μια βελτιωμένη ανάρτηση η οποία αποτελείται από πιο σφιχτά ελατήρια τα οποία μειώνουν την απόσταση από το έδαφος κατά 3,0 εκατοστά και εγγυώνται μια πιο δυναμική εμπειρία.

Από την εξίσωση των βελτιωμένων εκδόσεων δεν λείπουν οι συνήθεις παρεμβάσεις της Brabus στο εσωτερικό το οποίο αποκτά άφθονες λεπτομέρειες από ανθρακόνημα, πεντάλ αλουμινίου, το σήμα της Brabus σε φωτιζόμενη εκδοχή και πατάκια με την υπογραφή της.

Google News icon
Ακολουθήστε το MotorOne.gr στο Google News για άμεση και έγκυρη ενημέρωση!