Η Dacia προσφέρει ολόκληρη τη γκάμα των μοντέλων της – Sandero Streetway & Stepway, Duster και Jogger με κινητήρα διπλού καυσίμου, βενζίνης και LPG.
Πρόσφατα οι πωλήσεις των μοντέλων με LPG έφτασαν τα 1.000.000 οχήματα (σε όλες της χώρες που δραστηριοποιείται συνολικά).
Το σύστημα διπλού καυσίμου, το οποίο μπήκε για πρώτη φορά στην παραγωγή το 2010 και μετονομάστηκε σε «ECO-G 100» το 2020, παρέχει ροπή έως και 170 Nm από τις 2.000 σ.α.λ., ενώ είναι πιο ισχυρό από το αντίστοιχο της βενζινοκίνητης έκδοσης (με 10 περισσότερους ίππους και 10 περισσότερα Nm ροπής).
Παράλληλα καταναλώνει 10% λιγότερο καύσιμο και εκπέμπει 10% λιγότερoυς ρύπους CO2. Το αποτύπωμα άνθρακα του είναι μικρότερο και εκλύει έως και 90% λιγότερα μικροσωματίδια.
Το σύστημα αυτό είναι εργοστασιακά τοποθετημένο στα συγκεκριμένα μοντέλα της Dacia, τα οποία έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί για να λειτουργούν με υγραέριο. Το ρεζερβουάρ βρίσκεται στο χώρο που σε άλλα αυτοκίνητα φιλοξενείται η ρεζέρβα, πράγμα που σημαίνει ότι δεν ‘κλέβει’ χώρο από το ρεζερβουάρ βενζίνης, αλλά ούτε και από το πορτμπαγκάζ. Τα μοντέλα υγραερίου διαθέτουν τις ίδιες εγγυήσεις, όπως κάθε άλλο όχημα στη γκάμα της μάρκας, με θερμικούς κινητήρες.
Το υγραέριο είναι ένα από τα φθηνότερα καύσιμα στην αγορά, κοστίζοντας πάνω από 40% λιγότερο από την αμόλυβδη 95άρα βενζίνη, γεγονός που εξασφαλίζει κέρδος άνω των 40 € σε κάθε γέμισμα του ρεζερβουάρ, ανάλογα το μοντέλο. Ένα όχημα διπλού καυσίμου, βενζίνης και LPG, λειτουργεί εξίσου καλά και με τα δύο καύσιμα. Διαθέτει δύο ξεχωριστά ρεζερβουάρ, με το καθένα να χωρά περίπου 50 λίτρα, ανάλογα με το μοντέλο.
Ο οδηγός μπορεί να αλλάξει χειροκίνητα από το ένα είδος καυσίμου στο άλλο και μετά να επιστρέψει στην πρώτη του επιλογή, ή το όχημα μπορεί να περάσει αυτόματα στη βενζίνη, όταν το ρεζερβουάρ υγραερίου είναι άδειο. Το σύστημα κίνησης ECO-G 100 επιτυγχάνει αυτονομία που φτάνει και μέχρι τα 1.500 χιλιόμετρα, ανάλογα το μοντέλο.