Έπειτα από το GP Σάο Πάολο, ήταν αναπόφευκτο ότι ο Max Verstappen θα κατακτούσε τον τέταρτο συνεχόμενο τίτλο του στη Formula 1 και κατάφερε να το κάνει στον πρώτο κιόλας αγώνα που μπορούσε να τον εξασφαλίσει μαθηματικά, το GP Λας Βέγκας. Έτσι, ο Ολλανδός έγινε ο δεύτερος οδηγός στην ιστορία της F1 που κατακτά τους πρώτους τέσσερις τίτλους του συνεχόμενα, έπειτα από τον Sebastian Vettel (2010-2013), ο οποίος επίσης το κατάφερε με την ομάδα της Red Bull.
Επίσης, ο Verstappen έγινε μόλις ο 6ος οδηγός που έχει καταφέρει στην ιστορία του σπορ να κατακτήσει τέσσερις ή περισσότερους τίτλους. Με χρονολογική σειρά, αυτοί είναι οι Juan Manuel Fangio (5), Alain Prost (4), Michael Schumacher (7), Sebastian Vettel (4), Lewis Hamilton (7), και φυσικά ο Ολλανδός.
Ο φετινός τίτλος ήταν πολύ διαφορετικός από τους προηγούμενους, καθώς για το μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, ο Verstappen δεν είχε το καλύτερο μονοθέσιο. Για κάποιους, αυτός ήταν ο καλύτερος τίτλος του, ακριβώς για αυτό το λόγο. Αλλά κατά την προσωπική μας άποψη, ο καλύτερος τίτλος του Verstappen εξακολουθεί να είναι ο πρώτος του, το 2021, ασχέτως του τρόπου με τον οποίο κρίθηκε. Εκεί βρισκόταν στην πρώτη του χρονιά διεκδίκησης τίτλου, χωρίς την αυτοπεποίθηση του Πρωταθλητή, απέναντι σε έναν επτάκις εστεμμένο αντίπαλο και έκανε σχεδόν αμελητέα λάθη.
Από την άλλη, ο αγαπημένος του ίδιου του Ολλανδού ήταν φυσικά ο περυσινός, όπου ήταν απόλυτος κυρίαρχος και έκανε το ρεκόρ των 10 σερί νικών. Δεν θα πρέπει να υποτιμάται όμως η ψυχολογική πρόκληση που είχε να αντιμετωπίσει φέτος ο Verstappen, με την απρόβλεπτη πτώση ανταγωνιστικότητας της Red Bull, η οποία πάλεψε σκληρά στα παρασκήνια δημιουργώντας διάφορες τεχνικές διαμάχες και αποσαφηνίσεις από τη FIA, ακριβώς όπως είχε κάνει η Mercedes το 2021. Ήταν μία διαφορετική πρόκληση για τον Ολλανδό, στην οποία ανταποκρίθηκε σχεδόν άψογα.
Ο Verstappen είχε τη δυνατότητα να χτίσει το βαθμολογικό του προβάδισμα επί του Lando Norris στην αρχή της χρονιάς, και στη συνέχεια το μέλημά του ήταν να το διατηρήσει έως το τέλος. Στους πιο πρόσφατους αγώνες, μοναδικός στόχος του Verstappen ήταν να τερματίζει μπροστά από τον Norris, κάτι το οποίο το κατάφερνε τις περισσότερες φορές, αν και επιστρατεύοντας τακτικές όπως αυτές του GP ΗΠΑ και του GP Μεξικού, οδήγησε της FIA σε αναδιατύπωση των κατευθυντήριων γραμμών προς τους αγωνοδίκες για τις μάχες στην πίστα, η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή από τον επόμενο αγώνα, το GP Κατάρ.
Ο φετινός, ήταν σίγουρα ο πιο ταραχώδης τίτλος του Verstappen. Ήταν η πρώτη φορά που δεν είχε το κορυφαίο μονοθέσιο (ή ακόμα και το δεύτερο καλύτερο) και κλήθηκε να αντιμετωπίσει μία εντελώς διαφορετική κατάσταση, στην οποία απέδωσε και πάλι πάρα πολύ καλά, αν και υπήρξαν αρκετές δυσκολίες και περιπτώσεις εμφανούς απώλειας ψυχραιμίας, όπως στο GP Ουγγαρίας.
Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων όμως, ο Verstappen απέδιδε τόσο καλά, που δεν άφηνε αμφιβολίες ότι είχε αντλήσει το μέγιστο από το μονοθέσιό του και η αντίληψή του στην πίστα ήταν εξαιρετική. Απέφευγε τις μάχες που δεν τον ένοιαζαν (δηλαδή με όλους τους άλλους πλην του Norris) και «δάγκωνε» εκεί που έπρεπε, φτάνοντας έως την υπερβολή μερικές φορές, όπως στο GP Μεξικού.
«Μόνος» του
Ωστόσο, o Verstappen είναι πολύ πιθανό να γίνει ο πρώτος οδηγός από τον… πεθερό του, Nelson Piquet, το 1983, που θα κατακτήσει τον τίτλο με μία ομάδα η οποία θα ολοκληρώσει τη σεζόν ούτε καν 2η, αλλά στην 3η θέση του Πρωταθλήματος Κατασκευαστών.
Σε αυτό έχει συμβάλει φυσικά η κάτω του μετρίου φετινή απόδοση του Sergio Perez, ο οποίος έχει δυσκολευτεί πολύ περισσότερο με τις αδυναμίες της RB20. Ωστόσο, από την άλλη αυτό δείχνει και την υπεροχή του Verstappen, καθώς δεν είχε ουσιαστικά σχεδόν καμία βοήθεια από το Μεξικανό στην κατάκτηση του τίτλου έπειτα από τα αρχικά στάδια της σεζόν. Ο Perez δεν στέρησε ποτέ βαθμούς από τον Norris έπειτα από το σπριντ του GP Κίνας…
Θα πρέπει να σημειωθεί όμως ότι ο Verstappen δεν είχε τόσο δυνατό αντίπαλο όσο το 2021. Ούτε όσον αφορά την ομάδα, αλλά ούτε και τον οδηγό. Η McLaren έκανε πολλά στρατηγικά λάθη που της κόστισαν νίκες (Καναδάς, Μ. Βρετανία), και επίσης δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Norris κατέκτησε την πρώτη νίκη της καριέρας του στην F1 μόλις φέτος, στο GP Μαϊάμι.
Θα ήταν πολύ δύσκολο για τον Norris να φτάσει το επίπεδο να αντιμετωπίσει στα ίσα έναν από τους καλύτερους οδηγούς όχι μόνο του φετινού grid, αλλά και των τελευταίων δεκαετιών. Διότι έπειτα από τέσσερις τίτλους, προφανώς εγείρεται το ερώτημα πού κατατάσσεται στο πάνθεον των μεγάλων οδηγών στην ιστορία των Grand Prix.
Πέραν του γεγονότος ότι δεν μπορούμε να συγκρίνουμε διαφορετικές εποχές μεταξύ τους, θα πρέπει να περιμένουμε λίγο να τον δούμε και σε άλλες συνθήκες, σε ένα κομμάτι της καριέρας του που τα πράγματα δεν θα πηγαίνουν τόσο καλά όσο τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Διότι και φέτος είχε τη δυνατότητα να στηριχθεί επάνω στο βαθμολογικό προβάδισμα που είχε αναπτύξει στους πρώτους αγώνες, και υπήρχε μία διαφορά ασφαλείας η οποία του επέτρεπε να είναι πιο ήρεμος.
Αυτή τη στιγμή, ο Verstappen είναι ο καλύτερος οδηγός του grid και η εμπειρία -αλλά και η αυτοπεποίθηση- των υπόλοιπων οι υπόλοιπων κορυφαίων οδηγών της γενιάς του δεν βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο. Άλλωστε κάποιοι, όπως ο George Russell, έχουν πανηγυρίσει λιγότερες νίκες από όσους τίτλους έχει κατακτήσει ο Verstappen. Ταυτόχρονα, ο Lewis Hamilton, ένας από τους λίγους εκπροσώπους της παλαιάς γενιάς, ίσως χρειαστεί λίγο χρόνο να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα της Ferrari.
Συγκρίσεις…
Αναφέρουμε ότι θα πρέπει να περιμένουμε περισσότερο για να δούμε τον Verstappen και σε άλλες συνθήκες, διότι είχαμε και την περίπτωση του Sebastian Vettel στο παρελθόν. Ο Γερμανός φαινόταν άτρωτος έως το 2013, ωστόσο το 2014 ήταν μία εντελώς διαφορετική περίπτωση. Στη Ferrari δεν κατάφερε ποτέ να πλησιάσει τη συνοχή που είχε επιδείξει στη Red Bull, και σε αυτό σίγουρα έφταιγε και η ιταλική ομάδα.
Ωστόσο, ίσως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και τη δυνατότητα της Red Bull να προσαρμόζει το μονοθέσιό της στο οδηγικό στυλ των ξεχωριστών οδηγών που έχουν περάσει από τις τάξεις της. Άλλωστε, η τάση της Red Bull να εξελίσσει το μονοθέσιο συνυφασμένα με τα σχόλια του Verstappen την είχε οδηγήσει σε λανθασμένη οδό στο παρελθόν, καθώς ο Ολλανδός έχει τη δυνατότητα να διαχειριστεί πολύ καλύτερα από τους περισσότερους αντιπάλους του ένα νευρικό πίσω μέρος, αν έχει την πρόσφυση που αναζητά στον εμπρός άξονα για να ξεδιπλώσει τις δυνατότητες του ξεχωριστού οδηγικού του στυλ.
Αλλά στην απευθείας σύγκριση μεταξύ των Verstappen και Vettel, ίσως ο Ολλανδός φαντάζει -στα δικά μας μάτια τουλάχιστον- ότι είναι πιο γαλουχημένος, χάρη στη σκληρή εκπαίδευση που δέχθηκε από τον πατέρα του σε πολύ νεαρή ηλικία. Αυτό τον έχει κάνει να αποδίδει πολύ κοντά στο 100% σχεδόν κάθε φορά που κατεβαίνει στην πίστα και σπανίως κάνει λάθη. Μέχρι και ο Michael Schumacher είχε τουλάχιστον έναν κακό αγώνα ακόμα και στις καλύτερες χρονιές του, αλλά με τον Verstappen είναι πιο δύσκολο να βρεις τέτοιες εμφανίσεις ανά τα χρόνια.
Για φέτος όμως, ως χειρότερες στιγμές του Ολλανδού θα επιλέγαμε τα GP Ουγγαρίας και Μεξικού (όπου ώθησε δύο φορές εκτός πίστας τον Norris με έκδηλο τρόπο), αν και το GP Ιταλίας ήταν το χαμηλότερο σημείο στη σεζόν για τη Red Bull, η οποία θυσίασε τη Monza (και έως ένα βαθμό το Λας Βέγκας), αποφασίζοντας να μην κατασκευάσει πίσω αεροτομή για αυτές τις απαιτήσεις, ώστε να εξοικονομήσει χρήματα που επένδυσε σε άλλους τομείς, υπό το καθεστώς των στενών ορίων του budget cap.
Απώλεια ψυχραιμίας
Η απώλεια ψυχραιμίας του Verstappen στην Ουγγαρία ήταν ένα σημάδι ότι δεν είναι… άτρωτος ή ρομπότ, ότι έχει και αυτός αδυναμίες σε συγκεκριμένες συνθήκες. Εκεί, ο Oλλανδός ίχε εκνευριστεί επειδή είχε δεχθεί undercut από τη Mercedes και τον Lewis Hamilton. Στη συνέχεια, ο Ολλανδός εκνευρίστηκε όταν ο Hamilton αποδείχθηκε σκληρός αντίπαλος στην πίστα, επιστρατεύοντας τις τακτικές του Verstappen εναντίον του.
Ζήτησε υποστήριξη στον ασύρματο, αλλά δεν τη βρήκε. Στη συνέχεια ήρθε σε σύγκρουση και με την ίδια την ομάδα του, καθώς πίστευε ότι του είχε καταστρέψει τον αγώνα. Στην ουσία όμως, αυτό συνέβη από τον ίδιο, όταν προκάλεσε την επαφή με τον Hamilton, για την οποία δεν τιμωρήθηκε, ενώ θα έπρεπε.
Αυτός ο αγώνας αποτέλεσε κομβικό σημείο της σεζόν στη συνεννόηση του Verstappen με την ομάδα. Έπειτα από το GP Ουγγαρίας, o μηχανολόγος αγώνα του Ολλανδού, Gianpiero Lambiase, έκατσε και μίλησε μαζί του σε μία έντονη συζήτηση, αν κρίνει καλείς από τη γλώσσα του σώματος και τις χειρονομίες του Βρετανού με ιταλικές καταβολές.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι είχε προηγηθεί το επεισόδιο με την έρευνα για απρεπή συμπεριφορά του Christian Horner προς τη γραμματέα του, που προκάλεσε ταραχές στο εσωτερικό της ομάδας, τις οποίες προσπαθούσε να… φουντώσει ο Toto Wolff αναφέροντας συνεχώς ότι διατηρεί ένα κενό cockpit για τον Verstappen. Υπήρξε επίσης η αποχώρηση του Adrian Newey (επικεφαλής τεχνικού στελέχους) και θα ακολουθούσε και ο αθλητικός διευθυντής Jonathan Wheatley.
Ίσως ο Lambiase εξήγησε στον Verstappen ότι δεν είναι μόνος του. Χωρίς την υποστήριξη της Red Bull δεν θα είχε τη δυνατότητα να διεκδικεί τον τίτλο και θα ήταν λάθος από τη μεριά του να στραφεί εναντίον της ομάδας του όταν δυσκόλεψε η κατάσταση. Από αυτό το σημείο και έπειτα, οι συνομιλίες στον ασύρματο ήταν πολύ διαφορετικές, με τον Verstappen να ζητά πλέον ευγενικά την άποψη της ομάδας για συγκεκριμένες τακτικές στην πίστα.
Τακτικές μάχης στην πίστα
Επίσης, φέτος ο Verstappen επέστρεψε στις τακτικές που είχε επιστρατεύσει στις μάχες του στην πίστα με τον Hamilton το 2021, αλλά και νωρίτερα από αυτό. Δεν έχει αλλάξει καθόλου σε αυτό τον τομέα, και στο Λας Βέγκας δήλωσε: «Όταν αγωνίζομαι με κάποιον, αυτός δεν θα μπορεί να με προσπεράσει από την εξωτερική. Έτσι μεγάλωσα να αγωνίζομαι. Μερικοί οδηγοί είναι λίγο πιο παθητικοί όταν μάχονται, έτσι είναι. Και ξέρω ότι στην F1 δεν μπορώ να επιτεθώ από την εξωτερική, διότι θα με ωθήσουν εκτός πίστας. Είναι ένα αγωνιστικό ένστικτο».
Βέβαια, είναι πιο εύκολο να το λες αυτό, παρά να τα κάνεις, καθώς ο Verstappen είναι από τους πρώτους που θα παραπονεθούν στον ασύρματο αν κάποιος χρησιμοποιήσει τις ίδιες τακτικές με αυτόν εναντίον του. Για αυτό και η FIA θα κάνει προσπάθειες να κλείσει τα παραθυράκια που υπάρχουν στους κανόνες μάχης στην πίστα, οι οποίοι έχουν δημιουργηθεί ουσιαστικά λόγω της επιθετικότητας του Verstappen.
Και παρότι κάποιοι τον κατηγορούν για αυτό, δεν παύει να είναι το σημάδι ενός πολύ μεγάλου οδηγού, ο οποίος με την έλευσή του στο προσκήνιο, άλλαξε τα δεδομένα. Υπάρχει και ο άλλος τρόπος βέβαια να το δει κανείς αυτό, ότι δηλαδή ο Verstappen ακολουθεί την τακτική «κάνω ό,τι θέλω και δεν με νοιάζει», αναγκάζοντας τη FIA να επανεξετάσει τους κανονισμούς για να τον περιορίσει. Και πάλι όμως, στα δικά μας μάτια, αυτό είναι δείγμα ενός μεγάλου οδηγού.
Η εμφάνιση στο GP Σάο Πάολο
Έχοντας επικεντρωθεί αρκετά στα αρνητικά χαρακτηριστικά του Verstappen θα πρέπει να εκθειάσουμε, πέραν από την εκπληκτική του σταθερότητα, την εμφάνιση που ουσιαστικά του εξασφάλισε τον τίτλο, στο βρεγμένο GP Σάο Πάολο. Λένε ότι οι βρεγμένες συνθήκες ξεχωρίζουν τους άντρες από τα αγόρια στην πίστα και ο Verstappen έκανε ακριβώς αυτό στο Interlagos, όπως είχε κάνει και το 2016.
Σπάνια στη σύγχρονη εποχή, όπου τα μονοθέσια είναι ο κύριος παράγοντας στη διαμόρφωση της ανταγωνιστικότητας βλέπουμε εμφανίσεις οδηγών να ξεχωρίζουν τόσο πολύ, ακόμα και στο βρεγμένο, που ισοσταθμίζει κάπως τις δυνατότητες των μονοθεσίων. Όπως και πολλοί «μεγάλοι» πριν από αυτόν, ο Verstappen είναι πραγματικός «μαέστρος» στη βροχή, και το έχει αποδείξει πολλές φορές. Αλλά το φετινό GP Σάο Πάολο ήταν ενδεχομένως η πιο εμφατική επίδειξη αυτής της πτυχής του ταλέντου του που έχουμε δει.
Είναι από τις εμφανίσεις που θα μείνουν στην ιστορία για πάντα, εκείνη η φορά που ο Verstappen πήγε από τη 17η θέση εκκίνησης στη νίκη, με τη Red Bull βέβαια να συμβάλει στο θρίαμβο, ακολουθώντας την πιο αποτελεσματική στρατηγική, που της επέτρεψε να αλλάξει ελαστικά κατά τη διακοπή του αγώνα με κόκκινη σημαία.
Σίγουρα δεν ήταν εύκολος τίτλος για τον Verstappen από το GP Μαϊάμι και έπειτα. Εκεί η McLaren παρουσίασε το πρώτο της πακέτο αναβαθμίσεων, που περιλάμβανε μία πιο εύκαμπτη αεροτομή, η οποία βελτίωσε σημαντικά την απόδοση και την ισορροπία της MCL38.
Παράλληλα, η Red Bull είχε οδεύσει προς λάθος κατεύθυνση στην εξέλιξη του μονοθεσίου της και με τις υπόλοιπες ομάδες να βελτιώνονται αισθητά, το προβάδισμα απόδοσης που απολάμβανε στους πρώτους αγώνες η RB20 εξανεμίστηκε πολύ γρήγορα. Ωστόσο, ο Verstappen ήταν πάντα εκεί, εκμεταλλευόμενος τα λάθη των αντιπάλων του για να πάρει νίκες, όπως στο GP Καναδά, ή το καλύτερο εφικτό αποτέλεσμα, όπως στο GP Μ. Βρετανίας.
Οι μάχες με τον Norris
Πολύ συχνά τοποθετούσε τη Red Bull -που έχανε σταθερά ανταγωνιστικότητα έως το φθινόπωρο- υψηλότερα από εκεί που πραγματικά άνηκε και με αυτό τον τρόπο, κατάφερε να διατηρήσει τη διαφορά 53 βαθμών που είχε στο GP Μαϊάμι σχεδόν μόνιμα πάνω από αυτό το επίπεδο, καθώς McLaren και Norris έκαναν λάθη που τους κόστιζαν καλά αποτελέσματα. Επιπλέον, ο Oscar Piastri κατάφερε να κερδίσει τον team-mate του δύο φορές (Ουγγαρία, Ιταλία), στερώντας βαθμούς από τον Βρετανό.
Υπήρξαν μόνο δύο φορές που ο Verstappen έχασε την ψυχραιμία του πίσω από το τιμόνι φέτος (Αυστρία και Ουγγαρία) και αμφότερες προκλήθηκαν από -όπως τα είδε ο ίδιος- λάθη της ομάδας που έκαναν τα πράγματα χειρότερα για τον ίδιο στον αγώνα. Στο GP Αυστρίας, ένα αργό pit stop της Red Bull έφερε τον Norris σε απόσταση βολής στο τελευταίο stint.
O Verstappen υπερασπίστηκε σθεναρά την πρωτοπορία, γεγονός που οδήγησε στη σύγκρουση με τον Norris η οποία οδήγησε τον Βρετανό στην εγκατάλειψη. Σε εκείνη την περίπτωση, η FIA παραδέχθηκε κατόπιν εορτής ότι ο Ολλανδό έπρεπε να έχει δεχθεί προειδοποιητική λευκή/μαύρη σημαία επειδή άλλαζε γραμμή στις ζώνες φρεναρίσματος.
Ακολούθησε το GP ΗΠΑ, όπου ο Verstappen ευνοήθηκε από τη διατύπωση των κανόνων μάχης, και το GP Μεξικού ήταν εκεί που ο Verstappen το παρατράβηξε στην υπεράσπιση της θέσης του εναντίον του Norris.
Παρά τις ποινές που δέχθηκε σε αυτή την περίπτωση όμως ο Verstappen, διατηρώντας πίσω του τον Norris για ολόκληρο το πρώτο stint, εξασφάλισε ότι ο Βρετανός δεν θα είχε τη δυνατότητα να παλέψει με τον Carlos Sainz για τη νίκη, σε μία ημέρα που η Red Bull δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί ούτε τις -όχι ιδιαίτερα γρήγορες- Mercedes. Oπότε επρόκειτο για μία έξυπνη τακτική εκ μέρους του, που πιθανότατα ελαχιστοποίησε τη βαθμολογική απώλεια από τον Norris. Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που βαθμολογική διαφορά μεταξύ τους έπεσε κάτω από τους 50 βαθμούς.
Εν κατακλείδι, θα πρέπει να επαναλάβουμε ότι ο Verstappen είναι αυτή τη στιγμή ο κορυφαίος οδηγός της Formula 1 και έχει καταφέρει να επιδείξει αξιοζήλευτα επίπεδα συνοχής, με απόδοση στο απόλυτο μέγιστο πολύ συχνότερα από οποιονδήποτε ίσως οδηγό στο παρελθόν, κάτι που κάνει πολύ δύσκολο για τους αντιπάλους του να τον ανταγωνιστούν. Στην πίστα παραμένει αδυσώπητος, και καλά κάνει.
Κανείς δεν κέρδισε τίτλους με το… σταυρό στο χέρι, και είναι δουλειά της FIA να περιορίσει τις διατυπώσεις που μπορεί να εκμεταλλευτεί ο Ολλανδός. Κατά τα άλλα, η σεζόν του 2025 αναμένεται συναρπαστική, καθώς η Red Bull ίσως να μην έχει το αρχικό προβάδισμα της φετινής χρονιάς και ενδεχομένως ο Verstappen να αναγκαστεί να παλέψει ακόμη πιο σκληρά για να διεκδικήσει τον τίτλο. Για να δούμε…